Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

TO ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΩΝ ΑΜΠΕΛΟΚΉΠΩΝ (συμβουλές για νεαρές μανούλες για την μελαγχολία αμέσως μετά τον γάμο)


Ο user Λίτσα- Λιτσάκι μόλις δέχτηκε το request ενός μεθυσμένου. Ο μεθυσμένος έκανε βόλτα σε κιτς προφίλ που τους άρεζε η σελίδα του Γιάννη Πλούταρχου. Γενικότερα καλό θα ήταν ο συγκεκριμένος μεθυσμένος να μην βρίσκεται όταν πίνει κοντά σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης ή σε μέρη με κοινωνικές συναθροίσεις, ή καλύτερα σε μέρη που υπάρχει κόσμος. Είναι σαν να οδηγάς έχοντας πιεί. Πάντα υπάρχει πιθανότητα να κάνεις ζημιά. Και της έκανε. Άρχισε να της γράφει μαλακίες, αυτή του απαντούσε μαλακίες, μετά το γύρισε στο «και τώρα τι φοράς?» και η χαζή του απαντούσε και μετά της έλεγε «έεελα ρε τώρα δείξε μας τίποτα στο skype» . άνοιξε αυτή την κάμερα και του έδειξε το βυζί της. Ήταν έμπειρο. Δηλαδή, το είχαν βυζάξει 2 μωρά. Δηλαδή ήταν παντρεμένη με τον Δημήτρη. Ήταν το λουλούδι των Αμπελοκήπων. Μαραμένο. Αλλά λουλούδι.

Και έτσι το λουλούδι των Αμπελοκήπων, μετακόμισε στο Κορδελιό. Έγινε η βασίλισσα μαζί με τον γκαραζιέρη τον άντρα της και τα 2 μωρά. Τα μωρά φωνάζουν κλαίνε, πετάνε τα φτηνιάρικα τους παιδικά τρακτέρ και χαίρονται οτι αλλάζουν τον κόσμο γύρω τους. Το ένα είναι 3. Το άλλο μόλις άρχισε να περπατάει. Στον διάδρομο διαφαίνεται και το διπλό κρεβάτι. Το λιτσάκι τον τελευταίο καιρό κοιμάται μοναχό του. Καιρό έχει να πατήσει το ασημί αμάξι με τα μαύρα παράθυρα την εξάτμιση και την τούρμπο μηχανή να προεξέχει από το καπό. Το Μαράκι η κολλητή της, που κρυφογελάει από μέσα της, συμπαραστέκεται ενώ της διαβάζει τον καφέ. Διακρίνει στον καφέ τα αρχικά Σ πάνω σε ένα Δ. Ήταν η Σάσα που καθόταν πάνω στον Δημήτρη της, μια τραγουδίστρια από την τοπική μπουάτ που συναθροίζεται η υψηλή κοινωνία των ανθρώπων αυτών. Ο Δημήτρης εξάλλου, ήταν από τους βασιλείς αυτού του κόσμου. Ο Δημητράκης της πηδούσε τον κόλο σαν να μην υπάρχει αύριο. Πάντα οι άνθρωποι θέλουν το κάτι παραπάνω. Το καλύτερο από αυτό που έχουν. Ή έτσι νομίζουν τουλάχιστον. Η Σάσα, προτιμάει τους τύπους με τις δυνατές εξατμίσεις και τα ακριβά αμάξια. Δεν κάθεται σε αμάξι που δεν είναι ακριβό. Τί να της πεις? Μπορείς να την κατηγορήσεις? Γιατί η κουλτουριάρα κάνει τίποτα καλύτερο που ψάχνει τον έντεχνο με το μεγαλύτερο κασκόλ? Το λιτσάκι χάνει την ηρεμία της και πετάει το φλιτζάνι στον τοίχο. «θα του κάνω μήνυση, θα τον χωρίσω, θα του τα πάρω όλα εγώ με τους δικηγόρους μου, θα με παρακαλάει να γυρίσω και εγώ θα του γυρίζω την πλάτη».

Ο μεθυσμένος που νομίζει ότι είναι πιο σοφός ή καλύτερος για κάποιο λόγο από τους λαϊκούς αυτούς ανθρώπους μπαίνει στον διάδρομο και πηγαίνει προς το δωμάτιο με το διπλό κρεβάτι, το χρυσό πάπλωμα, το εικονοστάσι με τις ασημένιες παναγίες και τους χριστούς φιλοτεχνημένες από τους χειρότερους αγιογράφους του κόσμου, ενώ τα καντήλια μυρίζουν λάδι. Λίγο πιο κάτω το cd παίζει κάτι ερωτικό χαμηλά Χατζηγιάννη. Ο μεθυσμένος της χαϊδεύει την πατσοκοιλιά και τον χοντρούλι κυτταρυτιδιασμένο της κόλο που κρυβόταν με όλες τις δυνάμεις από τα πικς, ενώ αυτή συνεχίζει να καταριέται τον πρώην της και να τον κράζει. Ο τύπος την φιλάει για να το βουλώσει. Το δε σεξ σταματάει να είναι τόσο μεγάλη υπόθεση μετά από 2 παιδιά. Η περιέργεια του μεθυσμένου συγγραφέα να δει τον κόσμο των λαϊκών αρχίζει σιγά σιγά και φεύγει. Η δυστυχία στα ζευγάρια είναι η ίδια. Πιστεύουν οτι θα βρίσκονται αγκαλιασμένοι στο ηλιοβασίλεμα την ώρα που τα μωρά κλαίνε και όλοι ζητάνε χρήματα. Όταν παρουσιάζεται ένα παράθυρο απόδρασης φυσικά και το αρπάζεις για να δεις επιτέλους το ηλιοβασίλεμα χωρίς βάσανα, ακόμα και αν ραγίζεις την καρδιά αυτού που κάθεται δίπλα σου, όσο απροκάλυπτα σκληρό και αν αυτό ακούγεται. Η Λίτσα κοιτάζει τον εαυτό της στον καθρέφτη και είναι ρυτιδιασμένος.Τα προβλήματα και η εγκατάλειψη λιώσαν το αστραφτερό της αλλά και ειλικρινές χαμόγελο όταν πετούσε τα λουλούδια στον Πλούταρχο και όλη η γειτονιά την ζήλευε. Ένα δάκρυ κύλισε όταν ξέβαφε τον εαυτό της.

Και ένα βράδυ, ο Δημητράκης χτυπάει την πόρτα. Η Σάσα τον παράτησε για έναν γαιοκτήμονα Λαρισαίο που θα της κάνει και δίσκο και θα είναι η βασίλισσα του εξωτικού Κάμπου. Τον Ιανουάριο θα του φτιάχνει σουτζουκάκια να πηγαίνει στον άντρα της όταν θα κλείνουν τους δρόμους της εθνικής καθώς θα εκβιάζουν να πάρουν κανένα ψίχουλο οι τσέλιγκες που παρεμπιπτόντως και εντελώς τυχαία δεν έχουν δουλειά, ενώ δεν τους έφταναν τόσες επιχορηγήσεις από το κράτος. Πότε δεν φτάνει τίποτα εξάλλου ακόμα και όταν δεν υπήρχε κρίση. Και το ασημί αμάξι με την μεγάλη εξάτμιση παρκάρει ξανά δίπλα στην αυλή του σπιτιού που τους έδωσε ο μπαμπάς του και πριν λίγο καιρό φαντάζονταν να την διώξει και να φέρει την τραγουδίστρια. «αφού Λιτσάκι εσένα αγαπάω, είδες που γύρισα?». Το Λιτσάκι ανήμπορο να διαλέξει οτιδήποτε άλλο, πέφτει στην αγκαλιά του και μετά τον χαστουκίζει και του γυρνάει την πλάτη. Όλα διορθώνονται με το σεξ της επανόρθωσης και ξανακαπνίζουν αγκαλιά. Είχε καιρό να κρατήσει την πορδή της μπροστά σε έναν άντρα που την είχε αγκαλιά. Το πρωί σηκώθηκε και δεν κοιτάχτηκε στον καθρέφτη, είχε πολλές δουλειές εξάλλου και πολλά φαγητά να ετοιμάσει για τους φίλους του. Μέχρι τα μωρά να μεγαλώσουν και να φύγουν από το σπίτι, θα ξανανιώσει όμορφα, θα ελπίζει πως αυτό ήταν το τελευταίο παράπτωμα.

The A-Male

Ο μαστρο-Γιώργος είναι ιδιοκτήτης γυμναστηρίου. Οι εκπαιδευόμενοι gladiators τον φωνάζουν από σεβασμό «δάσκαλο» μιας που είναι πρώην πρωταθλητής και προπονητής πρωταθλητών στο tae kwon nto. Στην είσοδο του συνοικειακού γυμναστηρίου φιγουράρουν σκονισμένες κορνίζες από παλιότερους ολυμπιακούς αγώνες αυτόν με αγκαλιά τους πρωταθλητές και φυσικά στο κέντρο η αφίσσα με τον Μπρους λι. Το γυμναστήριο λειτουργεί και ως κατάστημα αθλητικών ειδών. Μοναδικός έξω από την οικογένεια υπάλληλος ένας καλόκαρδος χαζούλης, αλλά με γυμνασμένο σώμα, που μάλλον θα τον διάλεξε για τα νοητικά του προσόντα, έτσι ώστε να χει το κεφάλι του ήσυχο, να μην ακουμπήσει τα βρωμόχερα του ποτέ πάνω στο εμπόρευμα. Στο γκισέ δουλεύει η γυναίκα του εναλλάξ με την κόρη του εναλλάξ με αυτόν, ενώ η εγγονούλα του τρέχει πάνω κάτω. Ο Μαστρο-Γιώργος , με την ελαφρυά κοιλίτσα του γείρατος που πλησιάζει, αλλά δεν ήρθε ακόμα, είναι περιποιημένος, βάφει το μαλλάκι του και γυμνάζεται στα όργανά του όποτε έχει το χρόνο. Είναι ο κόκορας της αυλής του.

Η φύση όταν τα καταφέρνεις λίγο σε αυτή τη ζωή σου δίνει το δώρο,να μπορείς σπέρνεις τον κήπο σου. Τί σημασία έχει η γυναίκα που είναι εκεί γύρω.. ο δάσκαλος είναι «καλός» με όλες τις γκομενίτσες που έρχονται να φτιάξουν το κορμί τους. Εξάλλου είναι ο απόλυτος ερεθισμός να παίρνεις μια μετανοιωμένη χοντρή με δίπλες και κυταρρίτιδες και να την κάνεις «άνθρωπο», τουλάχιστον να φαίνεται όσο μπορεί γαμεύσιμη. Και έτσι ο δάσκαλος είναι πάνω από όοοολες τς κοτούλες που έρχονται στην αυλή του. Τις φέρνει πορτοκαλάδες (τις φτηνές), στέκεται από πάνω τους να τις δείξει σωστά την άσκηση. Όταν βέβαια κανας rookie μαντράχαλος ζητάει βοήθεια να του δείξει καμιά άσκηση του λέει με περιφρόνηση και αγανάκτηση «αφού, για αυτό τον λόγο κρέμασα τις αφίσσες που δείχνουν όλες τις ασκήσεις, για να μη με πρήζετε» και συνεχίζει να χαϊδεύει τα μωρά. Όταν δε κάποιος πάει να του μιλήσει την ώρα που φουσκώνει και δείχνει τα «φτερά» του σε καμιά κοτούλα, το εμπόρευμά του δηλαδή, τον κοιτάζει με το βλέμμα «τί κάνεις στην περιοχή μου? Τί ναι αυτά?». Λέτε να είναι πιστός στην γυναικούλα του? Μέχρι και η ίδια μπορεί να το εγκρίνει οτι ξενογαμάει λεω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό.

(the rest is censored...)

Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010

sweet nights under the dark sky- episode #15 : About the death of a Comedian on Christmas Day



His last words in his funny death bed were: " I tried to be good. To be right. To find the truth. I worked endless hours. I've hidden the traces of my hard work. I made it seem like i am a natural talent, a god's given gift to humanity. crap... Nothing matters. People don't care.
The path to success is to feed their illusions of greatness. Doesn't matter if you are good or you are right or you got something to say. They won't care." And then, just a little before he stopped breathing, he appreciated the irony.
the end.

tracklist
01-yo la tengo here to fall (rjd2_remix)
02 Cariboou-Sun
03 Rafter -Animal Feelings
04 -The Go Team- T.O.R.N.A.D.O.
05 the Do- Slippery Slope
06-rusko_feat._amber_coffman-hold_on_(subfocus_remix)
07 Unkle-The Answer (Featuring Big In Japan
08 Ingeting- Halleluja!
09 Girls- Heartbreaker
010 Radar Brothers Dear Headlights
011 Dirty Gold - California Sunrise
012 Future Islands - Inch Of Dust
013 Wishing Wars - Swim
014 Florian Horwath- Darlin' I can see you fallin'
015 sin lang Landslide
016 Casa del Mirto - Trust EP - You
017 Destroyer Kaputt
018 -athlete Flying Over Dub Stops
019 a singer of songs - Slow River
020 spoon - Rhythm and Soul (Demo)
021 Bright eyes- Shell Games
022 the courteeners - Zero
023 the decemberists - January Hymn
024 andrew bird- The Sifters
025 christian kleine- Time On My Hands
026 venice is sinking- The Wurlitzer Prize (I Don't Want To Get Over You)
027 young rebel set- Bagatelle
028 Sail a whale -Find Me A Boy
029 sun kill moon- Natural Light







ΌΤΑΝ ΤΟ ΛΑΓΟΥΔΑΚΙ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΟ ΑΡΚΟΥΔΑΚΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ ΝΑ ΑΥΤΟΚΤΟΝΗΣΕΙ (Ένα χριστουγεννιάτικο παραμύθι)

Μια ιστορία θα σας πω,

Για την κουκλίτσα που αγαπώ ,

Μα αυτή δεν μ’ αγαπά,

Και η ζωή μου είναι σκατά…

Τ

ο λαγουδάκι του Πάσχα ,κατασκευάστηκε με ιδιαίτερη φροντίδα και στοργίδα από ένα εργοστάσιο παιχνιδιών ,κάπου στην μακρινή Ταιβάν από τα χέρια ενός γέρου εργάτη-πρώην μικρού παιδιού –εργάτη- νυν αλκοολικού ,που περιστοιχίζονταν από μικρά παιδιά –εργάτες- μελλοντικούς αλκοολικούς ταιβανέζους εργάτες .Το εργοστάσιο αυτό βρισκόταν δίπλα σε ένα εργοστάσιο χαρτιού, και το εργοστάσιο χαρτιού συνόρευε με ένα εργοστάσιο παραγωγής χημικών. Το τελευταίο εκείνη την μέρα ανατινάχτικε. Η φωτιά μεταδόθηκε σύντομα στο εργοστάσιο χαρτιού , το οποίο έγινε παρανάλωμα και η φωτιά έφτασε πολύ γοργά στο εργοστάσιο παιχνιδιών. Από τους λίγους που σώθηκαν εκείνο το πρωί δεν συμπεριλαμβανόταν ο γέρος εργάτης. Το απανθρακωμένο του χέρι είχε πλακωθεί από την τελευταία παρτίδα από τα μεγάλα χνουδωτά κουνελάκια , τα οποία είχαν καεί όλα εκτός από ένα . Με ένα ειρωνικό , βουδιστικό τρυκ, η ψυχή του καμένου εργάτη, και ευτυχώς όχι το μυαλό του, μεταβιβάστηκε στο αφρολέξ που φούσκωνε το εν λόγω παιχνίδι που επέζησε από την καταστροφή , το τελευταίο κουνελάκι του είδους..

Άθικτο όπως ήτανε ,κατέληξε στη γραμμή παραγωγής κάπου στην Ευρώπη. Το λαγουδάκι δεν θυμόταν την προηγούμενη ζωή του και όλα αυτά του φάνταζαν πρωτόγνωρα , μιας που ως άνθρωπος είχε προσπαθήσει ουκ ολίγες φορές να μεταβεί λαθραία σε καράβια να αναζητήσει την τύχη του πέρα από τον ειρηνικό ωκεανό , αλλά συνέχεια τον πιάνανε. Από το χάρτινο κουτί με την διαμπερή ζελατίνα, με τα χάντρινα μάτια του, έβλεπε την ζωή του να μεταφέρεται από κάσα σε κάσα και από χέρια αγνώστων σε άλλα χέρια, μέσα σε φορτηγά όπου στο τέλος κατέληξε στην βιτρίνα ενός καταστήματος ηλίθιων δώρων για ηλίθιους ερωτευμένους χωρίς φαντασία . Εκεί αρκετές φορές απορρίφθηκε σαν δώρο και έμεινε στο ράφι. Μια φορά μπήκε ένας πλούσιος πατέρας, περήφανος για τον μικρό του βλαστάρι που θριάμβευσε στο σχολείο, στο μάθημα της έκθεσης ,με θέμα την ειρήνη. Ήθελε να αγοράσει το λαγουδάκι αλλά τελευταία στιγμή το ξανασκέφτηκε και αποχώρησε από το μαγαζί θεωρώντας καλύτερη ιδέα να του αγοράσει ένα πιστόλι.

Το λαγουδάκι δεν μπορούσε να κινηθεί με τη θέλησή του , έτσι το μόνο πράγμα που του απέμενε ήταν να χαζεύει τους ανθρώπους που ερχόταν στο μαγαζί. Επίσης δεν μπορούσε να μιλήσει σε κανένα , γιατί αυτό θα ήταν αντίθετο στην αληθοφάνεια της ιστορίας. Αισθανόταν όμως και παρατηρούσε πολλά. Καταλάβαινε όχι μόνο την ύπαρξή του αλλά και την ύπαρξη πολλών άψυχων παιχνιδιών μέσα στο μαγαζί. Αυτό που δεν συνειδητοποίησε ποτέ ήταν ότι παιχνίδια γίνονταν όλοι αυτοί που είχαν ζήσει μια θλιμμένη και άδικη ζωή. Καθόταν δίπλα σε ένα αρκουδάκι του αγίου Βαλεντίνου που είχε μια μεγάλη χάρτινη καρδιά στον λαιμό του , αλλά ποτέ δεν τον συμπάθησε ιδιαίτερα , γιατί τον θεωρούσε ρηχό, μιας που είχε πάντα αυτό το ψεύτικο χαμόγελο ευτυχίας. Η αλήθεια για το αρκουδάκι, ήταν ότι στο παρελθόν τον αγνοούσαν όλοι, πάντα επέλεγαν κάποιον άλλο αντί για κείνον, ποτέ δεν είχε φίλους και γυναίκα και τελικά αυτοκτόνησε τη μέρα του αγίου Βαλεντίνου .Το λαγουδάκι, ήθελε να μιλήσει τόσο πολύ με τους συναδέλφους του, αλλά δυστυχώς καθόταν καρφωμένος με τους υπόλοιπους τα βράδια και αφουγκράζονταν τη δυστυχία που έκαναν όλοι πως ξεχνούσαν αλλά όλοι, ακόμα και αυτό το ίδιο, αισθανόταν ένα πόνο στο αφρολέξ του λαιμού του που κάθε βράδι του έκαιγε το λαρύγγι.

Εκείνο το απόγευμα , ήταν ένα βαρετό απόγευμα. Από ακόμα μια βαρετή μέρα. Το λαγουδάκι αν είχε αρχίδια, θα τα ‘ξυνε όλη μέρα .Αν είχε και κασμά , θα τα’ ξυνε με κασμά όλη μέρα. Αλλά οι άγονες μέρες του μαγαζιού τελείωσαν. Ήταν ένας τύπος, διστακτικός, με γυαλάκια και σπυράκια , κάπου στα 22 , ψιλοάσχημος , που επιτέλους τον επέλεξε για δώρο. Η χαζή υπάλληλος του μαγαζιού του είπε ότι το λαγουδάκι προορίζονταν για κάποιο δώρο την πασχαλινή περίοδο , αλλά ο νεαρός , αποφασισμένος να κάνει εντύπωση, επέλεξε αυτό αντί για το διπλανό αρκουδάκι με την πετυχημένη πρώην ζωή . το διάλεξε, έλεγε, προκειμένου να κάνει δώρο σε μια κοπέλα-συμφοιτήτριά του που είχε συναντήσει και αυτή δέχτηκε να βγούνε για να της δώσει σημειώσεις. Το τύλιξε και ένα φιογκάκι μπήκε στα μεγάλα του αυτιά. Έπειτα το έβαλε μαζί με ένα μπουκέτο λουλούδια και θα του ερχόταν φτέρνισμα αν είχε πραγματική ρινική κοιλότητα. Το παιδί έφτασε στο ραντεβού του ένα τέταρτο νωρίτερα. Η κοπέλα εμφανίστηκε ένα τέταρτο αργότερα. Μόλις είδε το λαγουδάκι και τα λουλούδια σύντομα κατάλαβε τις προθέσεις του συμφοιτητή της και τις απόψεις του περί ανιδιοτελούς προσφοράς γνώσης. Αρνήθηκε ευγενικά τα δώρα του ερωτευμένου νέου αλλά δέχτηκε με ευχαρίστηση τις σημειώσεις του .Πέρασε μαζί του το βράδι τυπικά, για να του διαβεβαιώσει ότι τον βλέπει σαν φίλο και ότι θα της ξαναδώσει και άλλες σημειώσεις. Όταν τον ξεφορτώθηκε με το καλό , πήγε στον καλό της και γεμάτη αυτοπεποίθηση, του έκανε το καλύτερο στοματικό σεξ της ζωής της . Ο κώλος του λαγού σερνόταν στον υγρό δρόμο καθώς το παιδί τον κρατούσε περίλυπος από τα αυτιά στον γυρισμό. Μόλις έφτασαν σπίτι έφαγε και μια κλωτσιά και εξφενδονίστηκε στον τοίχο του δωματίου του. Μετά ήρθε και ο σκύλος του σπιτιού και άρχισε να τον μυρίζει και να τον περιεργάζεται. Τον δάγκασε την μουσούδα του και άρχισε να τον τρέχει πάνω κάτω. Του έβγαλε τη μύτη. Το αγόρι τον πήρε με μανία από το σκύλο που βρήκε τη χαρά του παιχνιδιού και τον ξαναπέταξε σε μια γωνία. Εκεί βρισκόταν και ένα περιοδικό με έναν όμοιό του στο εξώφυλλο. Αλλά κάτι του έλεγε πως εκείνο το λαγουδάκι περνούσε λίγο καλύτερα από αυτό…

Η μέρα που θα άλλαζε τον ήρωα μας μια και καλή αλλά χωρίς να το ξέρει ακόμα ήρθε. Είχαν περάσει κάτι βδομάδες από τότε που ο λαγός είχε καινούργιο σπίτι και καινούργια οικογένεια αλλά εκείνο το βράδι προστέθηκε και ένα καινούριο μέλος στην οικογένεια. Είχαν έρθει κάποιοι καλοί φίλοι του αφεντικού του στο σπίτι για τα 22α γενέθλιά του. Ένας από αυτούς του έκανε ένα δώρο που όλη η παρέα γέλασε. Το ξετύλιξε και ήταν πλαστικό. Το λαγουδάκι που στεκόταν στη γωνία κοιτούσε με ενδιαφέρον το πλαστικό παιχνίδι να φουσκώνει και να αρχίζει να δημιουργείται σιγά σιγά η μορφή μιας γυναίκας. Ήταν στα αλήθεια πολύ όμορφη. Ήταν ξανθιά, με πράσινα στρογγυλά μάτια. Είχε μια μεγάλη τρύπα στο στόμα της και μια ακόμα μεγαλύτερη σχισμή ανάμεσα στα πόδια. είχε επίσης και ένα ενσωματωμένο ηλεκτρονικό σύστημα που την έκανε να συσπάζεται και να βγάζει αναστεναγμούς. Ήταν αλήθεια ότι άξιζε στο αφεντικό του εκείνη την περίοδο. Το βράδι, μόλις έφυγε όλος ο κόσμος , το αφεντικό αποφάσισε να τη δοκιμάσει. Άρχισε να την φιλάει και μετά την γύρισε μπρούμυτα και την πήρε βίαια . σχεδόν κάθε βράδι , η κουκλίτσα είχε γίνει η παλλακίδα του αφεντικού. Κάθε φορά που τελείωνε τις πολύωρες εργασίες του μπροστά στον υπολογιστή του ,ξέδινε στο φουσκωτό κορμί της. Αυτή δεν μπορούσε να του αντισταθεί ούτε να του απαιτήσει να γίνει λίγο πιο τρυφερός μιας που για αυτόν τον λόγο κατασκευάστηκε. Στην προηγούμενη ζωή της , την έλεγαν Ιωάννη Κλαύδιο ( αγγλιστί : jean Claude) και ήταν ένας σεξιστής επιστήμονας που δημιουργούσε σεξουαλικά εργαλεία και παιχνίδια. Ένα από τα δημιουργήματά του ήταν ο ηλεκτρονικά επαναφορτιζόμενος ( με αλκαλικέρ μπαταρίες ) παλλόμενος κόλπος με την κλειτορίδα που φουσκώνει. Πέθανε άδοξος και άκληρος πάνω στην προσπάθειά του να αντικαταστήσει την μπαταρία της εφεύρεσής του, με πρίζα. Έτσι, εξασφάλισε μεν την απαιτούμενη ενέργεια στον μετασχηματιστή που έβγαζε γυναικείο ηχητικό οργασμό, αλλά έπειτα από ένα τραγικό λάθος στη σύνδεση , την ώρα της πρώτης δοκιμής τινάχτηκε από εναλλασσόμενο ρεύμα. Ο οργασμός του μηχανήματος ήταν πέραν φαντασίας . της τάξης των 2000 watt. Η εφεύρεσή του αναγνωρίστηκε μετά θάνατον από την παγκόσμια σεξιστική επιστημονική κοινότητα. Οι φεμινίστριες τον καταράστηκαν κάποτε να μπει στη θέση μιας γυναίκας με αέρα αντί για μυαλό στο κεφάλι της , που θα την έβλεπαν όλοι σαν αντικείμενο. Η ευχή τους πραγματοποιήθηκε..

Στην αρχή το λαγουδάκι δεν πολυσυμπαθούσε την πλαστική κούκλα γιατί , το αφεντικό του δεν του έδινε και πολύ σημασία. Μια φορά , μετά από μια συνεύρεση που είχε η κούκλα με το αφεντικό του , τοποθετήθηκε δίπλα στο λαγουδάκι και το λαγουδάκι αηδίασε. Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που του ήρθε να θέλει να κάνει μπάνιο σε μια σκάφη με αλκοόλ. Ευχόταν να την πιάσει ο σκύλος με τα κυνόδοντά του και να την ξεσκίσει για να μην ξαναδουλέψει ποτέ. Υπήρχαν στιγμές που ένιωθε ότι η κούκλα τον έβλεπε αφ υψηλού. Η αλήθεια ήταν ότι όντως και η κούκλα δεν τον συμπαθούσε και ήθελε να τον μειώσει με κάθε ευκαιρία. Είχε την ικανότητα όποτε ήθελε να προκαλεί την διάθεσή του αφεντικού της να βρίσκεται μαζί της. Αν δεν ήταν και ο σκύλος να παίζει μαζί με το λαγουδάκι , σίγουρα θα το πετούσε στα σκουπίδια. Η κούκλα γελούσε μαζί του. Και αυτή ένιωθε την αντιπάθεια που εξέπεμπε το λαγουδάκι.

Ήρθε το Πάσχα και το λαγουδάκι γιόρταζε. Το αφεντικό τον πήρε τον έλουσε , τον έραψε και τον τοποθέτησε ανάμεσα στο καλάθι με τα αυγά. Το λαγουδάκι επιτέλους ένιωθε χρήσιμο. Θα μπορούσε να νιώσει και περισσότερο χρήσιμο αν η γιαγιά του αφεντικού του τον άφηνε να βάψει και κανά αυγό αλλά αρκέστηκε να μην κάνει φασαρία μέρες που ήταν . πάλι καλά που δεν ήταν πασχαλιάτικο αρνάκι. Η κούκλα κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας δεν χρησιμοποιήθηκε , γιατί το αφεντικό ήταν πιστό στις παραδόσεις και δεν έκανε σεξ – αν θα μπορούσαμε να το πούμε αυτό που έκανε με την κούκλα του ,μιας που έτσι και αλλιώς δεν το έκανε και όχι για θρησκευτικούς λόγους . Η ψυχολογία του μικρού μας ήρωα ανέβηκε στα ύψη. Αισθανόταν ένας άλλος λαγός. Άρχισε να αγαπάει όλο τον κόσμο. Ακόμα και η κουκλίτσα δεν του φαινόταν και τόσο αντιπαθητική..

Οι μέρες πέρασαν και το αφεντικό δούλευε ατελείωτες ώρες στο σπίτι του προκειμένου να τελειώσει τη σχολή του και να γίνει ένας πετυχημένος κάτι. Η μόνη του παρέα ήταν το σκυλί του , ο λαγός και η φουσκωτή του ερωμένη , που τον τελευταίο καιρό δεν την επισκεπτόταν και πολύ. απλά την βαρέθηκε. Η κούκλα ήταν κάπως δυσαρεστημένη για αυτό και τον τελευταίο καιρό ήθελε να τοποθετείται δίπλα στο λαγουδάκι για να του κάνει παρέα. Δεν είχε και άλλες επιλογές εξάλλου. Το λαγουδάκι άρχισε να αρέσκεται με την παρουσία της κούκλας δίπλα του. Επί μέρες ολόκληρες βρισκόταν πλάι πλάι και ο ένας προσπαθούσε να ακούσει τις σκέψεις του άλλου. Ένα καλοκαιρινό βράδι , το αεράκι φύσηξε και η αέρινη κούκλα έγειρε σιγά σιγά στον ώμο του λαγού. Εκείνη τη στιγμή ο λαγός του φάνηκε να άκουσε την κούκλα να κλαίει. Το καλό μαζί του ήταν ότι μπορούσε να ακούει καθαρά τους άλλους με τα μεγάλα του αυτιά, αλλά το πρόβλημά του ήταν ότι δεν μπορούσε να τους καταλάβει απόλυτα. Αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να θέλει να βρίσκεται κοντά της όλο και πιο πολύ.. μακάρι να μπορούσε να μιλήσει μαζί της . μακάρι να μπορούσε να απλώσει τα χέρια του και να την αγκαλιάσει. Η τύχη όμως έπαιξε πολύ καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Το αφεντικό πέτυχε στις εξετάσεις του και πετυχημένος νέος πια, αποφάσισε να πάει διακοπές. Όταν συμμάζεψε το δωμάτιό του , τακτοποίησε το λαγουδάκι και την κούκλα στο ντουλάπι του. Πάνω στη βιασύνη του να φύγει, πέταξε βιαστικά τον λαγό στο ντουλάπι και το κεφάλι του προσγειώθηκε ανάμεσα στα πόδια της καλής του. Ήταν το πιο ονειρεμένο τρίμηνο της ζωής του. Το καλοκαίρι ήταν καυτό και το όργιο στη ντουλάπα ακόμη πιο καυτό. Αν οι τοίχοι είχαν αυτιά, θα επέλεγαν να πάρουν μάτι καλύτερα. Η υπερβολική ζέστη έκανε την πλαστική κούκλα αργά αλλά σταθερά να φουσκώνει και να ξεφουσκώνει, βγάζοντας από τα ηχειάκια στο στόμα της μικρούς αναστεναγμούς . Ο λαγός επί τρεις μήνες καρφωμένος στη σχισμή της έμαθε διεξοδικά αυτά που δεν κατάφερε να μάθει σε 100 ζωές. Και η κουκλίτσα δεν περνούσε άσχημα. Μια φορά πάντως πρέπει να της ήρθε και αληθινός οργασμός. Εντάξει, δεν ήταν και το καλύτερο πράγμα να έχει καμιά ένα μαλάκα ανάμεσα στα πόδια της όλη την ώρα, αλλά έκανε φιλότιμες προσπάθειες. Ένα εργαλείο του σεξ πρέπει να ξεκουράζεται που και που. Αυτό που την συγκίνησε ήταν ότι κανένας άλλος δεν είχε προσπαθήσει να μπει τόσο βαθειά μέσα της… με την καλή έννοια. Το λαγουδάκι έκανε φιλότιμες προσπάθειες να την καταλάβει αλλά εκείνο που τον ένοιαζε ήταν περισσότερο να την ικανοποιεί ακόμα και αν δεν είχε ξεκάθαρο φύλο ή έστω φύλο.

Οι ευτυχισμένες μέρες του ερωτευμένου λαγού όμως κάπου εκεί άρχισαν να τελειώνουν. Το αφεντικό γύρισε επιτέλους σπίτι. Το γαύγισμα του σκύλου ακούστηκε από τις σκάλες. Αλλά δεν ήταν μόνο οι 2 τους. Το αφεντικό βρήκε επιτέλους γκόμενα. Την κοπέλα που τους προηγούμενους μήνες της έδωσε την καρδιά του αλλά την πολύ επόμενη μέρα ,αυτή του πήρε τις σημειώσεις. Είχε εντυπωσιαστεί από το πόσο πετυχημένος τελειόφοιτος ήταν και είχε αρχίσει να τον καλοβλέπει εδώ και κάτι μήνες. Ο πρώην της ήταν ένας χαζοροκάς χωρίς μέλλον και αποφάσισε να τον σουτάρει γιατί βαρέθηκε να τον ακούει να μιλάει για την επανάσταση και τις « αυτό δεν είναι ροκ , φίλε» ατάκες του. Άσε που δεν την ικανοποιούσε και σεξουαλικά πια . Ήταν που το βιολογικό της ρολόι άλλαξε γνώμη για τα κριτήρια επιλογής του κατάλληλου αρσενικού, και από ένα ρεμπεσκέ χωρίς ενδιαφέρον πίσω, πήγε κατά έναν σοβαρό με μέλλον χωρίς ενδιαφέρον μπροστά. Η αλήθεια ήταν ότι ο ρεμπεσκές είχε βρει καλύτερη και ομορφότερη, μια 18χρονη μοντέλα, που οι γνωστοί την αποκαλούσαν «η Τσέχα», γιατί ο σωματότυπός της και το τέλειο πρόσωπό της, περισσότερο σε τσέχα άρμοζε και όχι σε βαλκάνια μελαχρινή χαμηλοκώλα. Η τσέχα του έκανε στο κρεβάτι πράγματα που δεν τον έκανε η άλλη πριν τα χαλάσει με την άλλη . Κατά τύχη βρέθηκε η κοπέλα η κερατωμένη, στο ίδιο νησί με το αφεντικό , και κατά μαθηματική ακρίβεια βρέθηκαν στο κρεβάτι. Και την έφερε σπίτι του. Για να μην δώσει κακή εντύπωση στην κοπέλα, δεν ήθελε να ανοίξει το ντουλάπι για να μην φανεί η κούκλα που τόσο καιρό εκπαιδεύονταν και προπονούνταν πάνω της αν και είχε γίνει ένας αξιοπρεπής εραστής για να πούμε και του στραβού το δίκιο . το λαγουδάκι φοβόταν ότι οι ώρες που θα του απέμεναν στον μικρό του παράδεισο θα τελείωναν σύντομα. Το κοπρόσκυλο, που είχε πάρει μυρωδιά τι έπαιζε μες στην ντουλάπα άρχισε να γαυγίζει. Του έλειπε βλέπετε και ο μικρός του φίλος που είχε καιρό να τον πιάσει από τα αυτιά και να τον κάνει κοκαλάκι. Το αφεντικό πήγε να τον διώξει , μα αυτό σηκωμένο στα δυο του πόδια κατάφερε να σπρώξει την πόρτα της ντουλάπας που βρισκόταν σε μια ευαίσθητη ισορροπία και να ανοίξει το ντουλάπι. από το ντουλάπι έπεσε πρώτα ο λαγός που αν είχε φωνή θα φώναζε «όχι ρε πούστη μου»

, μα τον πρόλαβε να το πει το αφεντικό του πρώτα. Η κοπέλα αρχικά δεν πρόλαβε να δει την κούκλα και μόλις είδε το λαγουδάκι πεσμένο είπε « αχ τι γλυκό..» το παιδί άδραξε την ευκαιρία και κλείνοντας το ντουλάπι με ένα εκπληκτικό σάλτο ,της το πρόσφερε για δώρο.

Το λαγουδάκι κατέληξε προς μεγάλη του απογοήτευση στο σπίτι της χαζής. Με το που το έφερε σπίτι του κρέμασε και ένα πανάκριβο περιδέραιο στο λαιμό του. Ήταν ένα σπίτι πολυτελές και πλούσιο. Το σπίτι ήταν γεμάτο κούκλες και κουκλάκια , λάφυρο μάλλον από προηγούμενους γκόμενους. Υπήρχε και ένας παλιός και τώρα, καινούργιος ξανά γείτονας. Ήταν το αρκουδάκι του Αγίου Βαλεντίνου που πάντα αντιπαθούσε. Της το είχε κάνει δώρο ο χαζοροκάς στην τελευταία τους επέτειο . Και έτσι το λαγουδάκι μπήκε στο ράφι με τον παλιό του γνώριμο. Όλη την ώρα σκεφτόταν εκείνη. Την αγκαλιά της , τα ζεστά της μπούτια που επί 3 μήνες είχαν βρει τον ξενιστή τους, τις προσπάθειες να επικοινωνήσουν, να παρακάμψουν την πραγματικότητα και να στήσουν το δικό τους mapped show. Εκεί γύρω βρισκόταν και κάτι ξενέρωτες μπάρμπι που δεν τον έκαναν καμιά εντύπωση. Οι επιφανειακά όμορφες και ψηλομύτες μπάρμπι έλεγαν από μέσα τους ποιος ήταν αυτός ο βλάχος που τους κουβαλήθηκε και όλο το σπίτι βρωμάει τυρόγαλο.

Οι μέρες και οι μήνες περνούσαν γρήγορα και το λαγουδάκι βάλθηκε να αποκτήσει τηλεπαθητικές ικανότητες. Κάθε μέρα προσπαθούσε να ξεφύγει από το ηλίθιο σώμα του. Και κάθε μέρα αποτύχαινε. Ζούσε μόνο για την μέρα που θα την ξανάβλεπε. Η σκέψη της στη φυλακή στην οποία βρέθηκε , τον έκανε να αντέχει. Τα βράδια ονειρεύονταν απίστευτα περιπετειώδη σενάρια με περιπέτεια, όπου αυτός ήταν ο ήρωας και ο κόσμος θα έφτανε στο τέλος του μιας που όλα τα άψυχα αντικείμενα θα έβγαζαν χέρια και πόδια και επαναστατούσαν για να σωθούν από τους κακούς σατράπες ανθρώπους. Αυτός, ο αρχηγός της επανάστασης, θα γινόταν το πιο γρήγορο λαγουδάκι του κόσμου και σε μια αναμέτρηση με τους προδότες, τα λαγουδάκια της Duracell θα τους έδινε να φαν τον καπνό του και θα έβγαζε τις μπαταρίες από τον κώλο τους . Έπειτα με ένα απίστευτο σάλτο θα προσγειωνόταν στο χριστουγεννιάτικο δέντρο και με ένα σχοινί στην αγκαλιά της καλής του. Θα έσωζε την παιχνιδοκοινότητα από την καταπίεση των ανθρώπων. Όλα τα παιχνίδια θα τον αποθέωναν και καβάλα πάνω στον σκύλο αυτός και η καλή του θα έφευγαν πλούσιοι και δοξασμένοι σε εξωτικά νησιά. Έπειτα θα γνώριζε τον πατέρα της , την μάνα της , τις θείες της και θα γινόταν σώγαμπρος. Θα του έκανε η γυναίκα του τα παιδιά του ( η διασταύρωση πάντως θα έβγαζε κάτι πολύ ενδιαφέρον σίγουρα) και τα Σάββατα θα τα έβγαζαν ευτυχισμένοι βόλτα στα καροτσάκια . τις Κυριακές θα έψηνε σουβλάκια με τον πεθερό του , και θα συζητούσε για την πολιτική κατάσταση που περιήλθε ο τόπος ή για τον ΠΑΟΚ το λιγότερο. Μετά θα βόλευε την αδερφή της στο δημόσιο με τις γνωριμίες που είχε και θα προσπαθούσε να χτίσει το αυθαίρετο ξενοδοχείο δίπλα στην παραλία. Όταν θα μεγάλωναν θα παίζανε μπίνγκο με οικογενειακούς φίλους . . μα αυτά δυστυχώς συμβαίνουν μόνο στα παραμύθια με πραγματική λογοτεχνική αξία..

Με αυτό τον τρόπο πέρασε 1 χρόνο , περιστοιχιζόμενο από πολλά παιχνίδια και μακριά από την αγάπη του. Θα είχε τρελαθεί αν δεν είχε να θέλει να ζει μόνο για αυτήν. Πολλές φορές πέρασε και το αφεντικό του από το σπίτι, αλλά δεν του έλειπε ιδιαίτερα. Κάθε φορά που τον έπιανε ευχόταν να τον γυρίσει πίσω μα κάθε φορά τον ακουμπούσε ξανά πίσω. Και ήρθαν τα Χριστούγεννα . Η κοπέλα με τους γονείς της πήγαν στο χωριό τους , η υπηρέτρια πήρε άδεια και γύρισε στη χώρα της, τη Σρι Λάνκα , να περάσει ήσυχα τα Χριστούγεννα του 2004 μαζί με την 15αμελή οικογένειά της , στο σπιτάκι τους που βρισκόταν στην παραλία δίπλα στο κύμα. Το κουνελάκι την παραμονή της πρωτοχρονιάς έκανε μια ευχή. Εκείνη την ώρα ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια του διπλανού του , του αρκούδου. Μια εκτυφλωτική λάμψη έλουσε το δωμάτιο. Η νεράιδα με την γενειάδα , η πρώτη ξαδέλφη του μπατζανάκη του πνεύματος των Χριστουγέννων, που έχει υπηρεσία τις παραμονές της πρωτοχρονιάς με ένα ραβδάκι που στη βάση του είχε ένα αστέρι, εμφανίστηκε. Το λαγουδάκι χάρηκε. «εδώ, εδώ» είπε από μέσα του. Η νεράιδα πλησίασε και τον προσπέρασε. Χτύπησε με το ραβδάκι της τον αρκούδο, τον γέμισε χρυσόσκονη και του είπε « αυτό για σένα , μικρό μου αγγελάκι, γατί ήσουν καλό παιδάκι όλη την χρονιά, αλλά πρόσεχε! μέχρι να πάει το ρολόι στις 12, μετά δεν θα έχεις άλλο» και έπειτα εξαφανίστηκε…

Και ξαφνικά ακούστηκε ένας φοβερός θόρυβος, από το διπλανό παράθυρο μπήκαν κάτι κλέφτες . Το αστυνομικό ρεπορτάζ του ΑΝΤ1 έλεγε πως ήταν Αλβανοί εγκληματίες – βιαστές- ανθρωπόμορφα τέρατα- λαθρομετανάστες, οπότε γιατί να μην τους πιστέψουμε . Οι κλέφτες άρχισαν να παίρνουν ότι είχε αξία , γέμισαν δυο τσουβάλια κλοπιμαία, 5 τάπερ φαγητά και μετά μπήκαν στο δωμάτιο της κοπέλας. Παρατήρησαν να δουν αν έχει τίποτα να πάρουνε και λίγο πριν φύγουνε , ο ένας παρατήρησε ότι οι κούκλες είχαν χρυσαφικά πάνω τους. Άρπαξαν όσες περισσότερες μπορούσαν , τις εξής 2. το λαγουδάκι και το αρκουδάκι.

Μέσα στο φορτηγό, στο πίσω μέρος , κάπου μακριά στο δρόμο, τα δυο παιχνίδια αρχίζουν και αισθάνονται άβολα και κρυώνουν. Επίσης υπάρχει και ένα πιστόλι εκεί κοντά.

- η ευχή μου πραγματοποιήθηκε, είπε το αρκουδάκι

- τι? Να μας πάρουν Αλβανοί ? σχολίασε πικρόχολα ο λαγός.. αχ.. μιλάω ..αχ αχ.. μπορώ να κινηθώ … κοίτα κουνώ τα χέρια μου, το στόμα μου, ακούγομαι..

- το ξέρω.. αυτό ευχήθηκα στην καλή μου νεράιδα. Και εγώ μπορώ να κινηθώ και να μιλήσω. Η χρυσόσκονη που έχω πάνω μου βοηθά και τους διπλανούς μου να μιλάνε και να κινούνται..

- δηλαδή, εξαιτίας σου..

- ναι.

- μα εγώ έκανα ευχή.

- και εγώ έκανα ευχή αλλά η νεράιδα , για πρώτη φορά στη ζωή μου, εμένα επέλεξε. Και έβαλα τα κλάματα για αυτό.

- Έχω τεράστια ανάγκη να πάω στο σπίτι του παλιού μου αφεντικού. Αγαπάω μια κοπέλα. Συνέχεια αυτή σκέφτομαι και για αυτή ζω . Μπορείς να με βοηθήσεις?

- Ναι , αν μου κάνεις μια χάρη

- Ότι θες

- Το κατάλαβα ότι δεν ήθελες να είσαι δίπλα μου, στην αρχή επειδή με αντιπαθούσες , μετά γιατί ήθελες να είσαι δίπλα σε αυτή την κοπέλα , δεν σε παρεξηγώ..

- Μα πως τα ξέρεις όλα αυτά?

- Μπορείς να καταλαβαίνεις κάποια πράγματα αν το θες . δεν φτάνει μόνο να ακούς όπως εσύ. Εσύ άκουγες αλλά δεν καταλάβαινες ποτέ σου, όλα είχαν να κάνουν με εσένα. Εγώ μια ζωή , 2 ζωές, πολλές ζωές προσπαθώ να καταλάβω τους άλλους και ποτέ μου , μέχρι που έγινα αρκούδα , δεν τα κατάφερα. Και τώρα που μπορώ , δεν μου μιλάει κανείς. Ξέρεις, έχω την κατάρα να θυμάμαι τι ήμουν και με βασανίζει πολύ αυτό. Πάντα προσπαθούσα να ξεχωρίσω και ποτέ κανείς δεν με πήρε στα σοβαρά. Εδώ και αιώνες ζω ένα μαρτύριο. Θέλω να τερματίσω αυτό το μαρτύριο.

- Και εγώ τι μπορώ να κάνω για αυτό?

- Να με βοηθήσεις να μην ξαναυπάρξω πια. Η ζωή δεν έχει και πολύ νόημα , η ζωή είναι σκατά αν δεν έχεις κάποιον δίπλα σου. Τα χέρια μου είναι πολύ μικρά να πιάσουν αυτό το πιστόλι που είναι πίσω σου, το άφησαν οι ληστές. Θέλω να πατήσεις εσύ τη σκανδάλη για μένα.

- Κι αν δεν το κάνω?

- Η πραγματική ευχή που έκανα στη νεράιδα δεν ήταν να μπορώ να περπατάω και να μιλάω, αλλά να σταματήσω να υπάρχω. Την ευχή για την κίνηση, την έκανα για σένα. Τη χρυσόσκονη που έχω πάνω μου , μπορείς να την πάρεις αν θες , αφού με σκοτώσεις πρώτα.

Το λαγουδάκι γύρισε την πλάτη του από την άλλη σκεφτικό.

Ο αρκούδος συνέχισε.

-η χρυσόσκονη θα σε βοηθήσει να μιλάς και με αυτούς που θέλεις, πρόσεχε όμως , θα διαρκέσει μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα, την αλλαγή του χρόνου. Ξέρεις σε συμπαθούσα όλο αυτό τον καιρό. Θα πρέπει να ήσουν καλός άνθρωπος. Με συγκινεί αυτό που κάνεις. Ποτέ δεν έχει κάνει κάτι άλλος για μένα. Ξες, το ξανασκέφτηκα, μπορείς αν θες να μην με σκοτώσεις και να μείνουμε για πάντα φί..

ΜΠΑΜΜ !!!!!!!!!

Το κεφάλι του αρκούδου το διαπέρασαν 8 σφαίρες μεγάλου διαμετρήματος και το χνουδωτό ύφασμά του διασκορπίστηκε προς όλες τις κατευθύνσεις. Το αρκουδάκι σταμάτησε να υπάρχει πια. Δεν ξαναγύρισε ποτέ. Μια σφαίρα τραυμάτισε θανάσιμα και τα μυαλά του κλέφτη που οδηγούσε και το φορτηγάκι έπεσε σε ένα δέντρο. Ο κλέφτης έγινε στην επόμενή του ζωή πρόεδρος κόμματος- θρησκευτικός ηγέτης. Ο συνεργός του έντρομος , πήρε τα τάπερ και εξαφανίστηκε. Ο λαγός τελικά μάζεψε το όπλο και πήρε την απόφαση να ρίξει. Αμέσως μετά ,ανάμεσα στα συντρίμμια η χρυσόσκονη έκατσε όλη πάνω του. Το όπλο μίλησε.

- you emptied the fuckin bullet right to the motherfucka’s head , mother fucka, bitsing , work ,at fuckin last man.

- Den katalabainei ti les file. Pao sto timoni

- Τιμόνι είσαι καλά?

- Εγώ καλά είμαι , όσο καλά μπορεί να είναι κάποιος με χυμένα μυαλά πάνω του.

- Μπορείς να οδηγήσεις?

- Δύσκολα , κάτσε να ρωτήσω τη μηχανή

Η μηχανή είπε κάτι στα γιαπωνέζικα που δεν μπορώ να μεταφράσω.

-μπορούμε να φύγουμε? Είπε ο λαγός , 10 πήγε η ώρα. Μετά θα χαθώ αν δεν βιαστούμε

-καλά ξεκινάω.

Το φορτηγάκι ξεκίνησε μόνο του και άρχισε να τρέχει.

-ΠΟΥ ΠΑΜΕ?

-αυτό είναι μια καλή ερώτηση.

Το αμάξι δέχτηκε σήμα να σταματήσει από τους μπάτσους. Η περιοχή είχε γεμίσει από αυτούς και δεκάδες δημοσιογράφους που το περικύκλωσαν αμέσως μετά τον πυροβολισμό.

Οι αστυνόμοι έκπληκτοι είδαν ένα πτώμα που οδηγούσε ακόμα. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι έγινε. Το λαγουδάκι πήγε, χωρίς να το πάρουν χαμπάρι να ξεφύγει, αλλά το πήραν χαμπάρι και το πιάσαν. Μετά έκατσε ακίνητο και έκανε τον Κινέζο.

Μια ώρα αργότερα ειδοποιήθηκε η οικογένεια της κοπέλας τι έγινε. Η κοπέλα έστειλε το αγόρι της να πάει στη σκηνή του ατυχήματος. Το αγόρι έφτασε στις 11:30, τον εξήγησαν τι έγινε και είδε τον παλιό του φίλο. Τον πήρε και τον έβαλε στο αμάξι του.

-χει, αμάξι, ξέρεις πως πάμε για το σπίτι

-ναι .

-ξεκίνα μην σου ρίξω με το όπλο μου στο ρεζερβουάρ , έχω ξεκάνει κόσμο εγώ…

-καλά ντε, μην βαράς,

-γκάζωσε το , μην σταματάς πουθενά.

Ο νεαρός είδε το αμάξι του να φεύγει μόνο του.

Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής περισσότερη αγωνία είχε το λαγουδάκι που θα την ξαναέβλεπε, παρά προηγουμένως με τους σκοτωμούς και τα πιστολίδια. Θα προλάβαινε, αυτή θα τον θυμόταν , θα της έλειπε, οι ερωτήσεις ήταν πολλές που δεν μπορούσε να τις σκεφτεί όλες μαζί.

Έξω από το σπίτι του αφεντικού υπήρχαν φώτα. Το παιδί είχε κάνει πάρτυ για την αλλαγή του χρόνου. Η πόρτα ήταν ανοιχτή. Ο κόσμος δεν τον πήρε χαμπάρι να μπαίνει. Η ώρα ήταν 11:58

Τα τρεμάμενα πόδια του λαγού πήγαν να τον παραλύσουν. Το δωμάτιο είχε αλλάξει. Το γαύγισμα του σκύλου από την άλλη όχι. Το σκυλί τον είδε, τρόμαξε και το έβαλε στα πόδια. Η διακόσμιση ήταν πολύ διαφορετική. Σε ένα κάθισμα καθόταν η κούκλα με ένα φωτιστικό κόκκινο σωλήνα. Είχε γίνει ντεκόρ. Πρόοδος για την καριέρα της. Τώρα όλοι την πρόσεχαν και κανείς δεν την έβαζε χέρι. . Μόλις την είδε του κόπηκαν τα πόδια. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά μέσα από το αφρολέξ. Πήγε προς το μέρος της , αλλά εκεί υπήρχε και ένας άλλος κοντά της. Ήταν ένας φουσκωτός Αι Βασίλης. Φιλιόταν και αντάλλαζαν τον αέρα τους. Ήταν το καινούριο της ταίρι εδώ και ένα χρόνο. Ταίριαζαν πολύ . Ήταν φτιαγμένοι από τι ίδιο υλικό. Μαζί του πάντα θα είχε δώρα και δεν θα ήταν ποτέ δυστυχισμένη. Το σύμπαν του κατέρρευσε μόλις τον είδε να την φιλάει. Η κουκλίτσα τον είδε και σάστισε για λίγο.

10…..9…..8….7…..6…

Το λαγουδάκι είχε μείνει στήλη άλατος. Μπορούσε να κινηθεί για τα επόμενα 5 δευτερόλεπτα αλλά δεν το θέλησε για πρώτη φορά, καθώς η χρυσόσκονη άρχισε να εξαφανίζεται. . « δεν την κατάλαβα ποτέ, όλα ήταν στο μυαλό μου» είπε από μέσα του. Η κουκλίτσα του χαμογέλασε συγκαταβατικά . Δεν κατάλαβε ποτέ τι ένιωθε αυτός για εκείνη. Ένα πραγματικό δάκρυ κύλησε και κοκάλωσε στα χάντρινά του μάτια…

5…4….3….2….1..

Ο κόσμος τραγουδούσε.

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛ-ΛΑ … ΚΑΛΗ ΧΡΟ-ΝΙΑΑΑ…. ΧΑ-ΡΟΥΜΕ-ΝΗ ΧΡΥ-ΣΗ… ΠΡΩ-ΤΟ-ΧΡΟ-ΝΙΑ…. ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ..

Στα παιχνίδια της Σρι Λάνκα

ΤΕΛΟΣ

Ευχαριστώ τον Αλέξανδρο που μου «δάνεισε» την φουσκωτή του κούκλα και τον φουσκωτό του Αι Βασίλη.

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΔΡΙΖΗΣ

© copyright 2005

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010

sweet nights under the dark sky- episode #14 : New Home- A mix for Warm Hearts and Open Minds

There was a guy who reserved a one way plane ticket, took a plane and decided to never return. on his new home he realised, the years of free love were a thing of the past. But he was free. free to do whatever he wanted. Absence of real love is the Ultimate Freedom.

tracklist

01 Trespassers william Rainbow Connection (The Muppet Movie)
02 The_Duke_Spirit_-_If_The_Kids_Are_United
03 Fujiya And Miyagi- cat got your tongue
04 david_e._sugar-flea_market__eat_more_cake_remix
05 Genuflex - Soul love (Bowie Cover)
06 florence_and_the_machine-hurricane_drunk_(the_horrors_remix)-cahesooul Love
07 pet_shop_boys-home_and_dry
08 Faithless - Comin Around (The Temper Trap Remix)
09 suede - Sleeping Pills
010 Destroyer- Suicide Demo for Kara Walker
011 the bees I Really Need Love
012 old_man_river-been_here_before-caheso
013 The Scotland Yard Gospel Choir - Something's Happening
014 Hugo Race - Too Many Zeroes
016 Dead leaf echo- Dance in the Light
017 Snailhouse Living the Dream
018 Sonny & the Sunsets- Strange Love
019 Ok Go - Skyscrapers
020 Lower Derns - I Get Nervous
021 The Concretes- A Way Of Life
022 John lennon - You Are Here
023 Pomegranates- White Fawn
024 Memoryhouse - Caregiver
025 Loch Lomond- I Love Me
026 Ten Years After - Circles
027 Sun city Girls - This Is My Name
028 The War On Drugs- A Pile of Tires
029 Red House Painters - Have You Forgotten

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

O κοντός

ρουφιάνες… πουτάνες είστε όλες να καείτε στην κόλαση .. ο θεός να σας τιμωρήσει.. αλλά από μένα θα το βρείτε.. να δείτε τι εστί κοντός…..καριοοοόλες…»

Η επόμενη ιστορία που θακούσετε, μάλλον είναι αληθινή . ο κοντός , έτσι τον έλεγε ο μπαμπάς μου και η παρέα του . όταν ήταν μικροί , τους έδινε το σπίτι του τα βράδια που δούλευε, γιατί ήταν μεγαλύτερος και ζούσε χωρίς γονείς, να πάνε με τις κοπέλες τους, με αντάλλαγμα να τον βάζουν τζάμπα στο Χαριλάου για να βλέπει τον Άρη. Ο Άρης ,εξαιτίας του δεν κέρδισε ποτέ εντός έδρας όταν πήγαινε αυτός. Κι αν δεν έχουν περάσει γυναίκες από το σπίτι του… ‘Όχι από αυτόν , από το σπίτι του. Αυτός, εκτός από κοντός ήταν και χοντρός, άσχημος και καραφλός, με το μαυριδερό του δέρμα να εκπέμπει όλη την αρνητική ενέργεια σαν μία μαύρη τρύπα που καπνίζει, πίνει, βρίζει, βρωμάει και κατουριέται ταυτόχρονα. Όλη αυτή η συσσωρεμένη ασχήμια έδινε το τέλειο άλλοθι στη μιζέρια του και στο απωθητικό του χαρακτήρα του.. Εκτός από αυτό είχε και ένα προβληματάκι στην εκφορά του λόγου . δεν μπορούσε να προφέρει το ΜΠ- και αντί για αυτό έλεγε π- και αντί για γκ- έλεγε κ-.Οι περισσότεροι τον κορόιδευαν πίσω από την πλάτη του γιατί τον είχαν ανάγκη και δεν μπορούσαν να μην τον μιλάνε. Τα παιδικά μου χρόνια τον γνώρισαν σαν τον προποτζή της γειτονιάς .Στην αρχή της πετυχημένης καριέρας του ,υπήρξε καφετζής. Από κει έκανε όλους τους φίλους του. Αλλά το πραγματικό του ταλέντο ήταν το χαφιεδιλίκι. Επί χούντας , το άθλημα του καρφώματος , το μετέτρεψε σε επιστήμη , δίνοντας όποιον δεν χώνευε στους ευγενικούς ασφαλίτες της γειτονιάς. Ακόμα και εμένα , τον δεκαεξάχρονο τότε- γιο του φίλου του, με κάρφωσε στον μπαμπά μου γιατί την κοπανούσα από το σχολείο απέναντι στο προποτζίδικο και κάπνιζα τσιγάρο. Αργότερα η πολιτεία για την συνεισφορά του στον πολιτισμό και την κοινωνία τον τίμησε παρέχοντας του , από το παράθυρο , το προποτζίδικο « Ο ΚΙΜΠΑΡΗΣ» , που το έλεγε « ο κιπάρης» το οποίο βρισκόταν δίπλα στον πολυκινηματογράφο «ΑΕΛΩ» - 2 ταινίες σεξ. Ο κιμπάρης ήταν το στέκι των μεγάλων που δεν χώνευαν τους άλλους μεγάλους που είχαν στέκι το καφενείο λίγο πιο δίπλα. Εγώ πάλι προτιμούσα το καφενείο γιατί έπαιζα ηλεκτρονικά με γυμνά γκομενάκια που προορίζονταν για τα ευχάριστα διαλλείματα των τζογαδόρων μικροαστών νοματαίων ,που μετά τη δουλειά και τις κατίνες γυναίκες τους παίζαν χαρτιά μέρα νύχτα . λίγο ανούσιο βέβαια αν το σκεφτεί κανείς γιατί εδώ και πάρα πολλά χρόνια , ουσιαστικά το ποσό που παίζεται παραμένει σταθερό , μιας που οι παίκτες παραμένουν ίδιοι και τα λεφτά πηγαίνουν από τα χέρια του ενός , στα χέρια του άλλου κυκλικά. Ακόμη και τώρα παίζουν , περιμένοντας μάλλον κάποιον να πεθάνει και στο τέλος να μείνει ο μεγάλος νικητής – που θα έχει καταφέρει να ζήσει μια ζωή πάνω στην καμένη από αποτσίγαρα τσόχα . όλοι οι υπόλοιποι που δεν τους ενδιέφερε να μπουν στον κύκλο με τα χαρτιά – όχι βέβαια ότι ήταν ωριμότεροι και εξυπνότεροι από τους άλλους, δοκίμαζαν την τύχη τους στο προπό και στα λαχεία του κοντού.

Ακούγεται ειρωνικό για ένα άνθρωπο που βγάζει λεφτά από τις ελπίδες κάποιων στην Θεά Τύχη, αλλά ο ίδιος ήταν και αρκετά γκαντέμης. Η φήμη του σαν γκαντέμης αποτελούσε πάντα πηγή κακοπροαίρετων σχολίων από τους πελάτες – φίλους του που νόμιζε ότι είχε. όχι και πολύ άδικα μάλλον , αφού ποτέ κανείς δεν κέρδισε σε αυτό το προποτζίδικο. Ούτε ένα μικροποσό. Αυτός και δεν έχει κερδίσει ποτέ. Καμιά φορά όταν έπαιρνε χαμπάρι ότι κάποιος έπαιζε σε άλλο προποτζίδικο του έκανε παράπονα. Ο άλλος τον σιχτήριζε με συνοπτικές διαδικασίες και η ζωή κυλούσε ήρεμα. Αλλά καμία φορά η τύχη διαλέγει τους τολμηρούς και τους δίκαιους. Και αυτός και οι πράξεις του ήταν οι εχθροί της. Μια φορά ήρθε στον «κιπάρη», ένας τυφλός γέρος λαχειοπώλης ,από αυτούς που δεν είχαν ποτέ στον ήλιο μοίρα ,που την έβγαζε όλη τη μέρα στους δρόμους, και έλπιζε στις χαμένες ευκαιρίες στην ελπίδα των άλλων που περίσσευαν στον ξύλινο «σταυρό» που κρέμονται τα λαχεία . Του ζήτησε ευγενικά να τσεκάρει τα λαχεία που του περίσσεψαν. Του είπε ότι δεν κέρδισε κανένα και πέταξε τα λαχεία στο καλάθι του. Όταν έφυγε ο παππούς, έτρεξε στο καλάθι γρήγορα και τράβηξε από αυτό ένα από τα λαχεία που κέρδιζε τελικά, αλλά όση ώρα ήταν ο γέρος στο προποτζίδικο του παρίστανε τον κινέζο. Με το εξαργυρωμένο πια λαχείο , αγόρασε ένα μικρό λεωφορείο , ως μια επένδυση για τη μεταφορά των συγχωριανών του από την πλατεία στην πόλη –με το αζημίωτο βέβαια.. Ο ίδιος δεν οδηγούσε ποτέ μεγάλες αποστάσεις γιατί φοβόταν , οπότε αρκούνταν στο να παίρνει το λεωφορειάκι του από το σπίτι της μάνας του στο χωριό έως και την πλατεία, για να κάνει μόστρα στις χωριατοπούλες, παριστάνοντας τον σπουδαίο. Όχι ότι του έδινε καμία «κόμενα» σημασία βέβαια. Αλλά θα πρέπει να του άρεσε η ιδέα ότι θα παίρνει αυτός τα «κομενάκια» του χωριού και να τα κάνει τσάρκες από την υπερχειλίζουσα φαντασία του, στην στερημένη πραγματικότητά του. Ο κανονικός οδηγός και συνεργός του στην απάτη με τον γέρο, ήταν ο αδερφός του, ο μοναδικός άνθρωπος που τον αγαπούσε . Αλλά δεν κράτησε πολύ η ιστορία με το πούλμαν, μιας που το τράκαρε μετά από μερικές βδομάδες , με συνολική ζημιά μεγαλύτερη από το λαχείο που κέρδισε τελικά. Υπήρξε κακός και φθονούσε τον κόσμο. Φθονούσε που αυτοί είχαν όμορφες γκόμενες αμάξια , σπίτια, ζωή και τους έβριζε. Πρώτα ήθελε το κακό των άλλων και μετά το καλό το δικό του. Αλλά κάπου ήταν αυτός στερημένος από τη ζωή και τα φόρτωνε στο εύκολο θύμα, τους άλλους. Και αντί να καθίσει να μάθει από τους φίλους του , έφτιαχνε με το μυαλό του σενάρια ότι ήταν σπουδαίος ζητώντας επιβεβαίωση. δεν έφταιγε που ήταν άσχημος και αγράμματος, πολλοί είναι τέτοιοι, αλλά δεν ήταν τόσο μαλάκες.

Τα βράδια γυρνούσε σπίτι του όπου και έμενε μόνος. Σιγά μην είχε και γυναίκα τέτοιος που ήταν. Οι νόμοι της εξέλιξης μέσω της αναπαραγωγής των ειδών ήταν πολύ σκληροί απέναντί του. Με ότι και να τον διασταύρωνες θα έπαιρνες κάτι πολύ άσχημο τουλάχιστον . και η χλωροφύλλη ακόμα αποσυντίθονταν στη θέα του. Η μητέρα φύση έδειχνε στα παιδιά της το λάθος της για την αποφυγή και τον περεταίρω παραδειγματισμό για το καλό των υπολοίπων ειδών σε αυτόν τον πλανήτη. Όταν δεν πήγαινε με πουτάνες και όταν δεν τον έπαιζε στο σινεμά δίπλα του , που έμπαινε από την πίσω πόρτα που επικοινωνούσε με το μαγαζί του ,έτσι ποτέ δεν τον είδε κανένας να μπαίνει μέσα αλλά όλοι τον έβλεπαν μέσα , την έπεφτε στις γυναίκες των φίλων του, παριστάνοντας πρώτα τον καλό και εξυπηρετικό φίλο. Μια φορά πέτυχε στο χωριό του , το καλοκαίρι που πήγαινε για παραθέριση ,τη γυναίκα ενός φίλου του , η οποία ήταν αρκετά όμορφη και εκλεπτυσμένη. Την προσκάλεσε στην ταβέρνα της γειτονιάς του και την κέρασε ενώ εξασφάλισε το γεγονός ότι η ταβέρνα ήταν η κεντρική του χωριού για να δείξει πόσο πετυχημένος ήταν στους συγχωριανούς του, που συναναστρέφεται με σημαντικούς ανθρώπους όπως μια βολεμένη κυρία της υψηλής κοινωνίας. Και εκεί που η κουβέντα προχωρούσε ευχάριστα άρχισε να αναστενάζει , προκειμένου να κλαφτεί για κάποια γκόμενα που τον παράτησε , επειδή τον ήθελε για τα λεφτά του (γυναίκα δεν υπήρχε ποτέ μάλλον ή υπήρχε αλλά ποτέ δεν γύρισε ποτέ να τον κοιτάξει , αλλά αυτό δεν τον εμπόδιζε να επινοήσει ένα τραγικό , δακρύβρεχτο λαβ στόρι που θα έκανε τον Νίκο Ξανθόπουλο να σκάσει από τη ζήλεια του). Στο τέλος την γύρισε σπίτι της . Μερικούς μήνες αργότερα ξαναβρέθηκε στο σπίτι της με παρέα . εκεί ξανάρχισε να κλαίγεται και η γυναίκα τον παρότρυνε να πάει με μια γνωστή της που τον ήθελε. Αυτός όμως την απέρριψε χωρίς δεύτερη κουβέντα γιατί ήταν έλεγε πως ήταν άσχημη και αγράμματη. Επέμενε πως του άξιζε μια νέα ,όμορφη και έξυπνη, ένα «τζιτζί» όπως έλεγε εκείνος . «Μα το τζιτζί μαζί σου θα πήγαινε?» του απάντησε αυτή. Πάντα έβαζε τον εαυτό του πιο πάνω από ότι πραγματικά πίστευε πάντα νομίζοντας πως ήταν πιο έξυπνος από τους άλλους ενώ δεν ήταν. Ποιο τζιτζί θα πήγαινε με έναν άσχημο . χοντρό, αγράμματο? Βέβαια, η αλήθεια όμως είναι ότι αν δούμε τώρα με ποιους βρίσκονται τα τζιτζιά δεν θα είχε και πολύ άδικο. Στην περίπτωσή του όμως είχε. Και μετά πέταξε την μαλακία: “ έχε χάρη που σεβάστηκα τον άντρα σου τότε που με πήγες στην ταβέρνα αλλιώς…» η απάντηση ήταν άμεση «έχεις δει τον εαυτό σου στον καθρέφτη , βλάκα?» μετά ζητούσε συνήθως και τα ρέστα απειλώντας πως θα τα πει όλα στους άντρες τους για τις ανήθικες προτάσεις που του έκαναν και οι άλλες γυναίκες των άλλων. « εγώ φταίω που είμαι καλός μαζί σας , όταν εγώ σας κερνούσα ψάρια στη γιορτή μου , εσείς μου κερνούσατε καριόκες στη γιορτή σας, αχάριστοι , άτε τώρα μην ανοίξω το στόμα μου για τον καθένα σας , πόσο κατέμης είμαι που έπλεξα μαζί σας » και άλλα πολλά ήταν στην απογευματινή ζώνη του προγράμματός του , αλλά ως εκεί μπορούσε να βλάψει τους γύρω του που τον ξέραν πια και δεν του έδιναν και ιδιαίτερη σημασία ,ενώ απλά πρόσεχαν να μην έπαιρνε χαμπάρι τίποτα για την προσωπική ζωή του καθενός και τα χρόνια περνούσαν. Μια άλλη φορά νόμιζε ότι τον γούσταρε μια φοιτήτρια και από σπόντα καλέστηκε σε ένα πάρτυ που είχε διοργανώσει. Η παρέα του , τον έντυσε γαμπρό , τον αγόρασε ακριβό αναπτήρα και τσιγάρα. Την επόμενη μέρα γύρισε μόνος.

Είχε γίνει καμιά πενηνταριά και χρονών, και το προποτζίδικο στη δεκαετία του 90 πήγαινε μια χαρά , όλο και περισσότεροι πελάτες ερχόταν να δοκιμάσουν την τύχη τους στον κοντό, ένας από τους οποίους ήταν και ο μεγαλύτερος έρωτάς του , η ζωντοχήρα. Η ζωντοχήρα ήταν περίπου συνομήλική του , που την παράτησε ο άντρας της και δεν της έδωσε τίποτα, εδώ και κάποια χρόνια μια από τις καθημερινές κατίνες υπάλληλους που βλέπεις στα νοσοκομεία, με ιδιαίτερη τριχοφυΐα , που όταν σε κάνουν ένεση πιο πολύ φοβάσαι την νοσοκόμα παρά τη βελόνα. Ομολογουμένως ήταν η γυναίκα που του άξιζε. Και πάλι με τη μέθοδο , «είμαι φίλος θέλω να σε βοηθήσω» την προσέγγισε αλλά και πάλι δεν του κάθισε. Έτσι , πέρασε ένα χρόνο μπαινοβγαίνοντας στο νοσοκομείο όπου δούλευε, έχοντας δικαιολογία την υγεία του , καθόλου παράξενο για ένα πενηντάρη καπνιστή , χοντρό με όλες τις πιθανές αρρώστιες να παρελαύνουν στη σειρά , μια καμία ουσιαστική και επικίνδυνη εκτός από την πιο αηδιαστική από όλες, την ουρολοίμωξη που είχε με αποτέλεσμα να έχει συχνοουρία σε όλη τη διάρκεια της μίζερης ζωής του. Όλες οι υπόλοιπες αρρώστιες που υπέφερε, μάλλον επινοήθηκαν από τον ίδιο για να κάνει τον ρόλο του ακόμα πιο πιστευτό. Μονίμως πονούσε και επέμενε να τον προσέχει η ζωντοχήρα. Κατάφερε να την πάρει αποκλειστική στο σπίτι του, με αντάλλαγμα να βολέψει την κόρη της στο δημόσιο. Και κάπου η χήρα αποδέχτηκε την μοίρα της ότι , μετά από καιρό χωρίς να έχει κάποιον να την φροντίζει , τον άφησε να κάνει τα πάντα για αυτή. Της έκανε τα ψώνια , της πλήρωνε τους λογαριασμούς, της αγόρασε αμάξι με τα κέρδη του μαγαζιού, την έστειλε σε πιο κοντινό νοσοκομείο να δουλεύει και τελικά τα κατάφερε να τον κάνει να νομίζει ότι τα έφτιαξαν. Παρόλα αυτά, το πρόβλημά του με τη συχνοουρία βελτιώθηκε, οι μαλακίες που πετούσε σε κάθε γνωστό ελλατώθηκαν, τα καρφώματα που έκανε σταμάτησαν για ένα διάστημα. Η βαρετή του ζωή απέκτησε νόημα για τα καλά, επιτέλους έζησε για ένα διάστημα τη ζωή που όλοι οι υπόλοιποι για όλα αυτά τα χρόνια την είχαν δεδομένη. Έβγαινε μαζί με την κοπέλα του, πηγαίνανε σε ταβέρνες αλλά η ζωντοχήρα δεν ήθελε να βγαίνουν μαζί με άλλα ζευγάρια γιατί ντρέπονταν, έκανε έρωτα με κάποια που σχεδόν τον γούσταρε. Είχε κάποιον να προσέχει την χολυστερίνη του, κάποιον να βλέπει τηλεόραση και να μην μιλάνε. Είχε πια αληθινές ιστορίες να πει στην παρέα του, σε βαθμό που γινόταν κουραστικός. Μια φορά μάλιστα , κάποιος πήγε να κερδίσει και το 13αρι στο προπό και μια άλλη φορά ο ίδιος ο κοντός έπιασε 5αρι στο λόττο.

Οι ευτυχισμένες μέρες του κοντού όμως δεν κράτησαν πολύ. Λίγους μήνες μετά τον δεσμό του με τη ζωντοχήρα ήρθαν τα άσχημα νέα. Ο άντρας της πέθανε. Η πρώην ζωντοχήρα και νυν χήρα πήγε να πενθήσει τον πρώην άντρα της. Ζήτησε να μείνει για λίγο καιρό μόνη , μιας που κατάλαβε ότι τελικά τον αγαπούσε τον άντρα της και ουσιαστικά έβγαινε μαζί με τον κοντό ελλείψει εκείνου ή άλλου καλύτερου. Ο κοντός έγινε έξω φρενών και άρχισε πάλι να κάνει μαλακίες . ζήτησε πίσω το αμάξι που της χάρισε , έβριζε μπροστά της τον άντρα της , άρχισε να την προσβάλλει λέγοντας «σε πήρα ζητιάνα και σε έκανα κυρία» , μέχρι που η γυναίκα μην αντέχοντας άλλο τις προσβολές του ζήτησε να μην τον ξαναδεί. Και αυτός άρχισε να την παίρνει από πίσω. Την έστηνε κάθε βράδι κάτω από το σπίτι της περιμένοντας να την δει. Μια φορά τον πήρε χαμπάρι και τον έβρισε . μια άλλη φορά την επισκέφτηκε στο νοσοκομείο για να επαναλάβει το ίδιο κόλπο που έκανε παλιά. Το κόλπο ξαναέπιασε και ξαναβρέθηκαν μαζί αλλά για πολύ λίγο καιρό. Μετά τον ξαναεγκατέλειψε. Η χήρα σιγά σιγά έγινε η ψύχωσή του. Το θολωμένο του μυαλό ξαναγύρισε στην κατάσταση που ήταν και πριν την γνωρίσει αλλά τώρα ακόμα χειρότερα. Άρχισε να την ξαναπέφτει με το μυαλό του στις γυναίκες των φίλων του με σκοπό να εκδικηθεί εκείνη. Αλλά ούτε οι γυναίκες ενδιαφέρθηκαν αλλά ούτε και το αφτί της χήρας δεν ίδρωσε από τις «επικές» κατακτήσεις του πρώην της. « πουτάνα , θα πληρώσεις» το σύνθημα του κοντού «παιδί μου να ξες ,οι γυναίκες είναι άτιμες» οι συμβουλές του προς εμένα , λίγους μήνες πριν με καρφώσει στον μπαμπά. Κάθε μέρα στο προποτζίδικο ακουγόταν βαριά λαϊκά άσματα με βαρύγδουπους στίχοι .κάπνιζε και έπινε συνέχεια. Το ποτό επιδείνωσε και το πρόβλημα με τη συχνοουρία του. «της έδωσα την καρδιά μου και την πέταξε στα σκουπίδια» μετά αναστέναζε και μετά έβαζε τα κλάματα . οι γύρω γελούσαν μαζί του. Καμιά φορά λες σημαντικά πράγματα στον εαυτό σου και όταν δεν υπάρχει ανταπόκριση, γυρνάν πίσω στα μούτρα σου σαν ένα παιδάκι που σου κατεβάζει τα παντελόνια του και σε κλάνει. Ο κοντός ήξερε ότι έγινε γελοίος , εξάλλου πάντα ήταν, και αποφάσισε να συνεχίσει αυτή την τελειωμένη πια ιστορία στο κεφάλι του, γιατί αφενός δεν είχε και κάτι καλύτερο να κάνει και αφετέρου, αυτή ήταν η μοναδική πραγματική ερωτική ιστορία που είχε ζήσει και ήταν αποφασισμένος να φτάσει μέχρι τέλους. Μια μέρα τις ξεφούσκωσε τα λάστιχα του αμαξιού που την αγόρασε. Μια άλλη έβγαλε βρώμα ότι η χήρα κλέβει το νοσοκομείο με αποτέλεσμα να απολυθεί από αυτό. Ένα βράδι που πήγε να κάτσει έξω από το σπίτι της , την είδε να μπαίνει με έναν άλλον. Την επόμενη μέρα προσέλαβε ντέντεκτιβ να λύσει το μυστήριο. «Ναι κύριε ------, η γυναίκα σας γαμιέται τελικά με εκείνον» του απάντησε ο ντέντεκτιβ. «ιδού και οι φωτογραφίες , να και το ποιόν του». Ήταν ο δικηγόρος του πρώην άντρα της που διατηρούσε σχέση μαζί της εδώ και αρκετό καιρό. Λίγο μετά την απόλυσή της από το νοσοκομείο, την έβαλε ιδιαιτέρα του στο δικηγορικό του γραφείο , και κατάφερε να φέρει την κόρη της σε ένα ικα της γειτονιάς της και όχι στα κατσικοχώρια που ήταν προηγουμένως από το βύσμα του κοντού . αλλά ήθελε να μάθει και άλλα. Έβαλε τον ντέντεκτιβ να της παρακολουθεί και τα τηλέφωνα. Όλη τη μέρα την περνούσε ακούγοντας κασέτες. Με ποιες θείτσες θα πήγαινε στην εκκλησία και μετά για καφέ, ποιοι της ζητάν χρήματα, τι της λέει ο γιατρός για την εμμηνόπαυση και πως ακόμα είναι σε ηλικία να απολαύσει το σεξ, οι τρυφερές κουβέντες που αντάλλασσε με τον αγαπημένο της που ποτέ δεν την είχε ακούσει για τις λέει σε αυτόν, οι περιπτύξεις που είχε στο κρεβάτι με τον λεγάμενο, τα πάντα. Ένα πρωινό πήγε σε ένα καρτοτηλέφωνο και πήρε τον πατέρα της. Το διηγηματάκι αυτό έχει την αποκλειστική τύχη να έχει καταγράψει τον διάλογο: «γεια σας , είστε ο πατέρας της ---? -«ναι ποιος είναι? Δεν ακούω καλά»- «η κόρη σου γαμιέται» «τι κάνει? Χτυπιέται?»

«όχι γαμιέται» «δεν σ΄ακούω βρε παιδάκι μου» «την έχω με τον λεγάμενο σε κασέτα» -«κουφέτα?» « όχι. Η κόρη σου έχει κόμενο»-« μας κόψαν το τηλέφωνο? Από τον οτε είσαι?» κάπου στο τέλος ο γέρος άκουσε τα βογκητά που έπαιξαν από την κασέτα του κοντού και έπαθε καρδιά. Τελευταία στιγμή τον γλίτωσαν. Η εν λόγω κασέτα παίχτηκε και στην αδερφή της και στην κόρη της . Η χήρα τον έκανε μήνυση για εισβολή προσωπικού χώρου και παρενόχληση μιας που η κασέτα από μόνη της δεν αποδείκνυε τίποτα. Στο δικαστήριο , ο δικηγόρος πήγε να τον σκίσει τα φρόκαλα. Του ζήτησε τόσα λεφτά όσα μπορούσε να του πάρει για να μην τον στείλει στη φυλακή. Τον ξεφτίλισε. Αλλά αυτό που του πήρε κυρίως ήταν το δικαίωμα στην ελπίδα. Και στο νόημα που είχε η ζωή του. Ο κοντός όμως δεν παραδόθηκε τόσο εύκολα. Έστειλε την κασέτα στη γυναίκα του δικηγόρου, στην μάνα του , στα παιδιά του και βασικά σε όποιον τον γνώριζε. Ο ντέντεκτιβ που προσέλαβε είχε κάνει καλά τη δουλειά του και μπορούσε να αποδείξει την γνησιότητα της ταυτότητας του εραστή της. Δεν ήξεραν ότι η ερωτική τους ζωή ήταν καταγεγραμμένη σε όλες της τις μορφές. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν που πήγε στο χωριό του και πλήρωσε ένα γύφτο που πουλάει καρπούζια να παίζει τις κασέτες στα μεγάφωνα. Το χιτ του καλοκαιριού εκείνου μόνο στα ραδιόφωνα δεν έπαιζε αλλά αν κρίνουμε για την επιτυχία , ένας χρυσός δίσκος θα του άξιζε. Η γυναίκα του δικηγόρου πήγε να τον χωρίσει αλλά τελικά ξαναγύρισε με την προυπόθεση να αφήσει τη χήρα. Άλλαξαν σπίτια και τηλέφωνα. Κανένας δεν τους ξαναείδε στην πόλη.

Η χήρα αργότερα τα έφτιαξε με ένα υπάλληλο του Ο.Α.Σ.Θ. και δεν ξαναμίλησε στον κοντό. Ο κοντός , πήγε να επιβεβαιώσει το αν μπορεί ακόμα να ελπίζει στη χήρα ρωτώντας την άποψη των ειδικών. Η καφετζού-μέντιουμ-κληρονομικό χάρισμα τον καθησύχασε και του είπε πως έχει ακόμα ελπίδες και στο τέλος θα ξαναβρεθούν μαζί.. οι τελευταίοι φίλοι που του είχαν απομείνει τον έλεγαν να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του και να μην της ξαναμιλήσει. Ο κοντός διοργάνωσε ένα πολύ μεγάλο τσιμπούσι στην ονομαστική του γιορτή και φώναξε τους πάντες . φώναξε και εκείνη για να της δείξει πως είναι σημαντικός και έχει πολλούς φίλους. Μέχρι και αγνώστους φώναξε για να μαζευτούν όσο περισσότεροι γίνεται. Η χήρα δεν εμφανίστηκε. Το πάρτυ έληξε με συνοπτικές διαδικασίες πριν την ώρα του, πλήρωσε τον λογαριασμό , άφησε τους άλλους να διασκεδάσουν και πήγε σπίτι του κλαίγοντας και κοιμήθηκε. Εκείνο το βράδι όλα τελείωσαν για αυτόν και πήρε την απόφαση να μην την ξαναενοχλήσει.

Πέρασαν τα χρόνια και ο κοντός είχε σχεδόν παραιτηθεί από τα πάντα. Η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευε, μα αυτή τη φορά δεν έλεγε ψέματα. Νέες τεχνολογίες , καζίνα, πάμε στοιχήματα, υπολογιστές κατέκλισαν τα μαγαζιά και δεν είχε ούτε τη μόρφωση ούτε τη διάθεση να ακολουθήσει την τάση ,και ο «κιπάρης» άρχισε να παίρνει την κατιούσα. Το τσοντάδικο δίπλα έκλεισε και τη θέση του πήρε ένα σούπερ μάρκετ, όχι ότι είχε μετά τη χήρα διάθεση για σεξ . Στο προποτζίδικο, πια έφυγαν και οι σταθεροί «φίλοι», μιας που οι τελευταίοι είχαν να πατήσουν το πόδι τους κανά χρόνο γιατί στον τελευταίο τους καυγά τον έβρισαν πολύ άσχημα και είχαν βαρεθεί να τον συγχωρούν. Μόνο λίγοι πελάτες που δεν τον ήξεραν είχαν απομείνει .Με δυσκολία τους εξυπηρετούσε μιας που είχε το πουλί του συνδεδεμένο με ένα λάστιχο που στέλνει τα κάτουρα κατευθείαν σε ένα μπουκάλι γιατί δεν μπορούσε να κινείται συνέχεια και το νεφρό του είχε χαλάσει τελείως . Μια μέρα ήρθε μετά από καιρό μια παρέα από πελάτες να παίξουν ένα ομαδικό σύστημα και πάνω στη βιασύνη του να τους εξυπηρετήσει ,του έφυγε το λάστιχο και έπεσε πάνω στους ανθρώπους και άρχισε το κάτουρο να φεύγει προς όλες τις κατευθύνσεις. το δε μπουκάλι που κατέληγε το λάστιχο, έπειτα από ένα εντυπωσιακό σάλτο προσγειώθηκε σε έναν από τους πελάτες. Λίγους μήνες αργότερα πήρε σύνταξη και το έκλεισε το μαγαζί. Ένα χρόνο αργότερα πέθανε από πνευμονικό οίδημα , και αφού δεν ήταν κανένας να τον βοηθήσει και κανένας δεν ενδιαφερόταν για αυτόν πια , τον βρήκαν μετά από τρεις μέρες επειδή άρχισε να βρωμάει το πτώμα του μέσα σε ένα σωρό από αποτσίγαρα . Η λιγοστή περιουσία του μοιράστηκε στα ανίψια του. Ίσως αν ήταν λίγο περισσότερο τυχερός να ήταν λιγότερο μαλάκας και να είχε σωθεί. Ίσως αν ήταν λίγο λιγότερο μαλάκας να ήταν και περισσότερο τυχερός .

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΔΡΙΖΗΣ

COPYRIGHT ® 2004