Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΦΟΡΕΣ ΜΟΥ ΡΧΕΤΑΙ ΝΑ ΤΑ ΠΑΡΑΤΗΣΩ ΟΛΑ



Δηλαδή, έχω κουραστεί μονίμως να προσπαθώ να υπερβάλλω τον εαυτό μου. Και ως εδώ που έφτασα μπορεί να είναι και καλά. Να σταματήσω να γράφω, να φρεσκάρω τις γνώσεις μου στο autocad, να στείλω βιογραφικά σε όλα τα τεχνικά γραφεία και τις περιβαλλοντικές εταιρείες που υπάρχουν, όλο και κάποιος μαλάκας αφεντικός θα έχει έναν μηχανολόγο ανάγκη, θα μου πει «9.00-21.00, το παλιό χιλιάρικο-δηλαδή 800 τόχεις?» «το χω». κάνω και 3 φίλους συναδέλφους. Αγοράζω και ένα σακάκι της προκοπής. Πηγαίνω με τους 3 μηχανολόγους στο σάρκ ή στο βογκ. Βρίσκω καμια στεναχωρεμένη μουνάρα που κάνει την πασαρέλα της «όλα καλά?» «όλα καλά» μου λέει.. «το αγόρι σου?» «Ο Μάνος έχει ανοίξει ένα ιντερνετικό σοπινγκ μαγαζί που έχει μπει μέσα και εγώ πληρώνω τα νοίκια. Κουράστηκα» «τέλεια.. καφεφάκι?» «όποτε θες πες μου». Μετά το πήδημα, χτυπάει η ροζ θηκη με το κινητό της για τρίτη φορά. Φανερά αμήχανη, το παίρνει και στην τουαλέτα και στέλνει μήνυμα. Μετά ξαναχτυπάει το κινητό. Απομακρύνεται λίγο περισσότερο. Την ακούω να λέει ψιθιριστά «Τελειώσαμε Μάνο. Στο καλό». Τρία χρόνια αργότερα, μετακομίζουμε σε ένα πιο ευρύχωρο σπίτι. Σε ένα διήμερο ταξίδι με ένα άλλο ζευγάρι μηχανολόγων, της κάνω πρόταση γάμου. Οι 3 μηχανολόγοι φίλοι μου με τα γυαλιστερά σακάκια από το γραφείο βγάζουν τις «στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό» pics στο facebook μαζι φυσικά και από το φωτογραφικό υλικό στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου με τα περήφανα πεθερικά, τους βλάχους καλεσμένους, την μάνα μου τη χαζή να κλαίει, τον Δήμαρχο Παναγιώτη να βγαίνει φωτογραφία με το ζεύγος.





6 χρόνια αργότερα στη Χαλκιδική το καλοκαίρι, στο εξοχικό που θα μου αφήσει η μάνα μου η χαζή, που της το άφησε η μάνα της η χαζή, που θα το αφήσει στο γιό μας η γυναίκα μου η χαζή, την βλέπω να ψήνει πατάτες στο μικρό, λίγο πριν ετοιμαστεί να πάει για μπάνιο με τις φίλες της. Ο κόλος της έχει πλαδαρέψει λίγο αλλά και πάλι κακό δεν τον λες για 38άρα με 2 παιδιά, αλλά από την άλλη, είναι καιρός να ψάξω να βρω καμιά γκόμενα. Βρίσκω κανα indie σανδαλάκι αρχιτεκτόνισσα με τατουάζ από το απέναντι γραφείο που φέρνει καφέδες και κάνει πίπες το αφεντικό εκεί, περηφανεύομαι στους μηχανολόγους πως του την έφαγα του μαλάκα από το απέναντι γραφείο και θα καυχιέμαι πως την γαμούσα από τον κόλο. Ευκαιρία να φέρω ψάρι να φάω στο σπίτι για να το γιορτάσω. Η γυναίκα μου εντωμεταξύ, μου κάνει μα-μου-μαλακιές «που πας και τριγυρνάς με εκείνες τις τσούλες» ενώ στο σπίτι παίζει η τηλεόραση την Βανδή να τραγουδάει ακόμα τα χιτάκια για τις κερατωμένες κατίνες, αλλά στο τέλος υποχωρεί, γιατί άντε να αλλάζεις τώρα τη ζωή σου ολόκληρη και να γυρνάς να μείνεις με τη μάνα σου και να του πάρεις και τα παιδιά, επειδή έχεις ενδείξεις οτι ο άντρας σου ξενοπηδάει, το κάνεις μόκο και το υπομένεις ,μέχρι το σανδαλάκι να πάει στη Δανία για μεταπτυχιακό αγκαλιά με το συνομίληκο λέσι που ήταν ερωτευμένος μαζί της από μικρός. Εντωμεταξύ, μέσα στο γραφείο ,οι λαμογιές θα δίνουν και θα παίρνουν, θα με λένε «πόσα θες για να μου κάνεις τη μελέτη την καλή?» «έχω 2 παιδιά να βολέψω. Τα κλασσικά. $$$ εγώ, $$ τα παιδιά, γράψε οτι πήρα ένα χιλιάρικο» θα τους εγκρίνω εγώ μια περιβαλλοντική μελέτη που θα τους έρθει ο χημιικός χάρος σε 10 χρόνια ,θα βγάλουν και από ένα καρκίνο σε κάθε όργανο και μετά θα τους λέω «είναι που καπνίζατε 4 πακέτα την ημέρα μαλάκες». Εξάλλου, άν μας έμαθε κάτι εκείνη η προ 20ετίας οικονομική κρίση ήταν να μάθουμε να καλύπτουμε καλύτερα τους κόλους μας. Εντωμεταξύ την κηδεία του πατέρα μου, θα την μετατρέψω στο ULTIMATE SHOWDOWN για το πόσους περισσότερους φίλους έχω από τον μαλάκα τον αδερφό μου που θα έρθουν να συλλυπηθούν. Η δε μάνα μου η χαζή, μόλις εκείνη τη στιγμή συνηδειτοποιεί οτι «έφυγε» ο συγχωρεμένος, γιατί εδώ που 5 χρόνια είχε μείνει φυτό από το αλτσχάιμερ του έδινε ακόμα ελπίδες οτι θα ξυπνήσει μια μέρα και θα μιλήσουν, και αρχίζει τον θρήνο γονατιστή. Με το που πάω να την σηκώσω έρχεται ο άλλος ο μαλάκας ο αδερφός μου να την σηκώσει πρώτος και πάλι μαλώνουμε για το εξοχικό στη χαλκιδική. Το δε εξοχικό στη χαλκιδική, από τις πολλές διαιρέσεις που έφαγε, για να μοιραστεί στα παιδιά της επόμενης γεννιάς, έχει γίνει ένα συγκρότημα από συγγενικές οικογένειες. Σήμερα Κυριακή, είναι σειρά μου να ψήσω λουκάνικα και παντσέτες. Ο μαντράχαλος γιός μου, μόλις έχει ξυπνήσει το μεσημέρι, γιατί ξενυχτούσε στο μαγαζί του Αντώνη Κανάκη (ορισμένες αξίες στη χαλκιδική δεν πεθαίνουν ποτέ) μαζί με τους τρέντυ φίλους του. Η δε κόρη μου, πηδιέται με έναν περιστασιακό γκόμενο στο σπίτι μας στη Καλαμαριά, και ας μας λέει οτι θα κοιμηθεί με τις φίλες της, ενώ η γυναίκα μου την ψάχνει στα κινητά και αυτή δεν το σηκώνει γιατί εκείνη την ώρα θα έχει το τσουτσούνι του Μπάμπη στο στόμα της. Τα μαλλιά μου έχουν φύγει όλα και είμαι τελείως κάμπριο. Τα κάτω που έμειναν τα βάφω ελαφρά. Με τους άλλους συγγενείς τους λέω οτι σαν τον Γκάλη δεν είχε στο μπάσκετ και θυμόμαστε τα παλιά οπαδιλίκια. Μια μέρα θα πάω στο καζίνο να παίξω αυτά που έχω αφήσει στην άκρη. Στην ρουλέτα εμφανίζονται 3 ενδεχόμενα. ΚΑΡΔΙΑ- ΚΑΡΚΙΝΟΣ- ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ. Σκάει η μπίλια στο 3ο λέω πριν σβήσουν όλα, άντε πάλι και τυχερός ήσουν.
Μόνο η μάνα μου η χαζή βρίσκεται σε κώμα πιστεύει οτι εγώ κάποτε θα γίνω ένας πετυχημένος μηχανικός που θα δουλεύει όλη τη μέρα και θα έχει οικογένεια και παιδιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου