Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Beth


Ένα παλιό καλοκαίρι βρέθηκες να τρέχεις με 150 χιλιόμετρα σε έναν μαύρο δρόμο, με χαμηλά φώτα, που δεν ήξερες τι θα συμβεί μπροστά σου, χωρίς να ξες που είναι η στροφή και το πρώτο αντικείμενο που έβρισκες θα σήμαινε αυτόματα το θάνατο σου. Τα σύννεφα ήταν γκρίζα και ο ουρανός θεοσκότεινος. Ο φίλος σου είχε κοιμηθεί έχοντας αφήσει το player ανοιχτό, με τη φωνή της να ξερνάει την ψυχή της και να απορροφάει εσένα. Παρόλη τη σκοτεινιά που σε κατακλύζει, συνεχίζεις να τρέχεις. Η καρδιά σου αρχίζει και σπάει καλπάζοντας στο απόλυτο σκοτάδι.  Όταν δε βγαίνεις ζωντανός από τη ζούγκλα, πας κατευθείαν και γράφεις, ότι καλύτερο έγραψες στη ζωή σου. 4 χρόνια αργότερα, αποδείχτηκε ότι αυτό που έγραψες δεν ήταν και τόσο σημαντικό, στα μάτια αυτών που θεωρούσες σημαντικούς. παρόλα αυτά για κάποιο λόγο συνεχίζεις και τρέχεις με 150 πέφτοντας με φόρα στην πρώτη καρδιά που θα συναντήσεις. Γιατί ένα βράδυ, η κοινή εμπειρία που ζήσανε 2 άνθρωποι είχε διαφορετική αξία στον καθένα, τεράστια για τον έναν, και σχεδόν ανύπαρκτη για τον άλλον, τότε είναι που πέφτεις στο τοίχωμα της άλλης λωρίδας και συνθλίβεσαι.

Την βλέπεις στην σκηνή να σου τραγουδάει ζωντανή και θυμάσαι όλες τις αναμνήσεις που άξιζαν. Η διπλανή που κάθεται δίπλα σου, χασμουριέται και σε κοιτάει με ειρωνεία την ώρα που βλέπεις να εμφανίζεται η μαγεία. Αρχίζεις και νιώθεις. Όλα αυτά που αγάπησες να ζωντανεύουν και όλα αυτά που σε πλήγωσαν να σε τρυπάνε. Και τότε πέφτεις και κλαις. 'αντε γαμήσου μωρή πουτάνα που μ' έκανες κοτζάμ μαντράχαλο να κλάψω σαν μωρό παιδί'. Κι αυτό που έγραψες τότε, τώρα αρχίζει και αποκτάει μια ακόμα διάσταση.




Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

I thought i had you for a moment



Πάντα σου χαλάει η διάθεση όταν μπαίνεις σε νοσοκομείο
Ειδικά όταν είσαι εσύ ο ασθενής
Η τηλεόραση είναι απέναντι σου καθώς είσαι γεμάτος με ορούς και μηχανήματα που κάνουν μόνιτορ την κατάστασή σου καθώς φθίνει
Βλέπεις στην τηλεόραση αυτό που πάντα ήθελες να πάρεις μαζί σου φεύγοντας
μια τελευταία εικόνα
Ήσουν για ψάρεμα σε μια παραλία και δεν είχες καλή πετονιά, ούτε καλό δόλωμα, ούτε ήσουν καλός ψαράς
η τύχη σου χαμογέλασε και τσίμπησες ένα διαμαντένιο ψαράκι που το τράβηξες μέχρι έξω
το είδες να σπαρταράει στα χέρια σου λίγο πριν σου ξεγλιστρήσει και πέσει πάλι στη θάλασσα
και χάρηκες
που έμαθες για πρώτη φορά πως είναι να σπαρταράει κανείς στα χέρια σου πριν εξαφανιστεί.






ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ

ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ

έχω σταματήσει πια
να γυρεύω σαν πρεζόνι
τις τυχαίες δόσεις καλοσύνης σου